Εναλλακτικός και «εναλλακτικός»

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αντικείμενο της παρούσας (μακροσκελέστατης) σινδόνης αποτελεί η εκτενής μελέτη(;) επάνω στο φαινόμενο, την περσόνα, το συμβολισμό και τη δράση του (λεγάμενου) «εναλλακτικού» και της «εναλλακτικότητας». Στόχος η διασαφήνιση και «εναλλακτική»(;) θεώρηση κάποιων λεπτών ή χοντρών ζητημάτων που η πλειοψηφία δείχνει να αγνοεί, αδιαφορεί, κλάι μάιν πουτς κτλ. Θα εστιάσει κυρίως στο φαινόμενο «Έλληνας εναλλακτικός».
Στο ψητό:
Η «εναλλακτικότητα» βαπτίζεται από την «εναλλαγή», που ονοματοδοτείται από τα «εν» και «αλλαγή»· είναι δλαδή (λέω τώρα εγώ με το φτωχό μου το μυαλό) το να είσαι μέσα στην αλλαγή, υπέρμαχός της, να αλλάζεις συνεχώς, ή καλύτερα, να εναλλάσσεις κάτι συνεχώς ή όποτε κριθεί σκόπιμο. Μια τολμηρότερη ερμηνεία θα παρέθετε χλιαρούς συνειρμούς του «εναλλακτικός» με το «ανταλλακτικός», και θα προσέθετε στον ενεργητικό ορισμό «εναλλάσσω» τον παθητικό «εναλλάσσομαι». Αλλά ας μην το πάμ’ εκεί (ακόμα…). Ας αποπειραθεί λοιπόν ένας συνεπής

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Ο ορισμός της Εναλλακτικότητος ως ο μέσος νους του καθημερινού παρατηρητή έχει σκαλίσει στο νευρωνικού του κουβάρι είναι εκείνος

(με πολλά λόγια που ‘ναι φτώχεια)
 
της θεώρησης και πρακτικής εκείνης ενός ατόμου/συνόλου η οποία δίχως να υφίσταται θεμελιακές και υπερβολικές προσκολλήσεις σε “κατεστημένες” και “πεπαγιωμένες” ατομικές και -ιδιαίτερα- κοινωνικές πεποιθήσεις, αξιοποιεί τα προοδευτικότερα και πλέον φερέλπιδα στοιχεία του παγκοσμίου γίγνεσθαι, ιδιαίτερα της Τέχνης, Επιστήμης, Ιστορίας, Φιλοσοφίας, Ψυχολογίας και Κοινωνιολογίας, με σκοπό τη διεύρυνση και ευφορία της νόησης, του στοχασμού, της κοινωνικής δράσης καθώς και της προσωπικής ανάπτυξης, δια μέσου του χρόνου, με στόχο την βέλτιστη ικανοποίηση στο ακράδαντο ερώτημα και αυτοσκοπό “γιατί υπάρχω;” (Μανουράς, 2011).

(με λίγα λόγια και καλά)

της καλύτερης στάσης ζωής ενός ατόμου που δεν έχει κολλήματα, είν’ ανοιχτόμυαλος, δεν υπακούσει σε μόδες και επιταγές, και έχει ένα σαφές όραμα για το πως να βοηθήσει τον εαυτό του και τον κόσμο.

Αφού επιχειρήθηκε  ο ορισμός της Εναλλακτικότητας, πάμε τώρα να εξετάσουμε τον θιασώτη του, τον εφαρμοστή του, τον Εναλλακτικό. Για το σκοπό αυτό σα μεζούρα θα χρησιμοποιηθεί ο “Με πολλά λόγια” ορισμός, τον οποίο αναπαραθέτω, μπαλταδιάζω και ακολούθως ξεκοκαλίζω:


ΑΝΑΛΥΣΗ ΟΡΙΣΜΟΥ


“Εναλλακτικότητα είναι η θεώρηση και πρακτική…”

– είναι δηλαδή και Θεώρηση και Πρακτική. Το οποίο σημαίνει ότι ο εναλλακτικός δε λιμνάζει στο βούρκο της θεωρίας, δεν είναι μόνον ένας άπραγος θεωρητικός, αλλά εφαρμόζει (όπου, όπως και όσο μπορεί) την Εναλλακτικότητά του. Επίσης δεν είναι ένας πολωμένος “χειροτέχνης”, δεν παρουσιάζει μονάχα εναλλακτική δράση, όχι απλά νιώθει, αλλά και στοχάζεται/διανοείται, και αποτελεσματικά θεωρητικοποιεί την Εναλλακτικότητά του. Δηλαδή, με λίγα λόγια πάλι, δεν είναι μονάχα το τυπάκι που ξέρει να τα λέει αλλά κρύβεται πίσω από τη «θεωρητική» ράστα του, αλλά ούτε και ο τσεγκεβαρίδης που δε μιλά, δε λαλά αλλά μοναχά πετά (μπουκάλια, τούβλα, πέτρες, καδρόνια κλπ).

“…δίχως να υφίσταται θεμελιακές και υπερβολικές προσκολλήσεις σε “κατεστημένες” και “πεπαγιωμένες” ατομικές και -ιδιαίτερα- κοινωνικές πεποιθήσεις…”

– δλαδή ο εναλλακτικός δεν θα κολλήσει σε πατρίδες και πατριδολαγνείες, θρησκείες, μισαλλοδοξίες και προκαταλήψεις, οικογένειες και παρωχημενιές, σ’ αθλητισμό και χουλιγκανιλίκια, σε πολιτική και φατρίες, σε παραδόσεις κι οπισθοδρομικότητες

“… αξιοποιεί τα προοδευτικότερα και πλέον φερέλπιδα στοιχεία του παγκοσμίου γίγνεσθαι, ιδιαίτερα της Τέχνης*, Επιστήμης, Ιστορίας, Φιλοσοφίας, Ψυχολογίας και Κοινωνιολογίας…”

– η οποία Τέχνη* τυγχάνει να προσανατολίζεται πιότερο στη δυτική**, βορειοδυτικευρωπαϊκή***, δυτικομεσόγεια****, ψιλοβαλκάνια***** και απωανατολίτικη******· η Επιστήμη και η Ιστορία στη δυτική και ΒΔευρωπαϊκή, η Φιλοσοφία στη ΒΔευρωπαϊκή και ελαφρώς απωανατολίτικη, η Ψυχολογία και η Κοινωνιολογία στη ΒΔευρωπαϊκή και δυτική.

*Τέχνη: μουσική, κινηματογράφος, λογοτεχνία, χορός
**Δυτική: ΗΠΑ
***Βορειοδυτικευερωπαϊκή: Γαλλία, Αυστρογερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Σκανδιναβία
****Δυτικομεσόγεια: Καραϊβική, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία
*****Ψιλοβαλκάνια: ό,τι πουν ο Μπρέγκοβιτς κι ο Κουστουρίτσα
******Απωανατολίτικη: Ινδία, Κίνα, Ιαπωνία

   Τον υπόλοιπο ορισμό δεν τον αναλύω καθότι είναι γελοιωδώς απλός.
   Αφού λοιπόν μιλήσαμε για όλ’ αυτά τα ωραία, πάμε να δούμε πρώτα τα καλά του εναλλακτικού, το Λόγο δλαδή πριν τον Αντίλογο.

ΛΟΓΟΣ

Ο άνθρωπος αυτός θέλει να έχει κουλτούρα
Όποια κι αν είναι αυτή – ο άνθρωπος αυτός θέλει να έχει κάτι που ο πολύς κόσμος τ’ αγνοεί, αρνείται, χλευάζει, παρεξηγεί κτλ. Και επειδή κουλτούρα είναι μεγάααααλο και παρεξηγημένο ζήτημα, ας αρκεστούμε στο να συμπεριλάβουμε κυρίως τις εκφάνσεις της Τέχνης και της Επιστήμης (και όχι τέχνης και επιστήμης). Και επειδή κι εκείνες είναι μεγάααααλο κεφάλαιο, ας θεωρήσουμε ότι Τέχνη είναι αυτό που μας μάθανε ως “Τέχνη”, εκείνο που μας βάφτισαν ως “έντεχνο” και αυτό που επεκράτησε ως “Εναλλακτικό”, εν αντιθέσει με εκείνο που απαξιώθη ως “pop”, εκράχθη ως “εύπεπτο”, ελοιδορήθη ως “λαϊκό” και “σκυλάδικο”, απετάχθη ως “εύκολο”, και Επιστήμη ας θεωρήσουμε πως είναι αυτό που μας καθιέρωσαν ως “έγκυρο”, και που προέρχεται από σοβαρούς, διαπρεπείς, μουσάτους/καραφλούς/γυαλάκηδες. Δεν θα σχολιάσω (ακόμα) την ποιότητα των μορφών ετούτων, θα αρκεστώ όμως στην προσωπική μου τοποθέτηση ότι άτομα που ενδιαφέρονται για τέχνες και επιστήμες είναι σε κάθε περίπτωση ιερά, και κοινωνικώς ίσως αξιότερα από εκείνα που αδιαφορούν και απαξιώνουν αυτές τις μορφές. Απλά πράματα.

Ο άνθρωπος αυτός θέλει να βελτιώσει τον κόσμο
Γεγονός είναι πως και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, αυτό που ονομάζουμε “σύγχρονο τρόπο ζωής”, “παγκοσμιοποίηση”, “καπιταλισμό” κτλ μπάζει από παντού τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη. Και τα αποτελέσματά του δείχνουν τα δόντια τους εδώ και τουλάχιστον αιώνα. Αυτός ο άνθρωπος λοιπόν, ο εναλλακτικός, δεν επαναπαύεται στην απλή συνειδητοποίηση ετούτης της αλήθειας αλλά θέλει εμπράκτως να δώσει το λιθαράκι του να το αλλάξει αυτό το κατεστημενο. Έτσι, κοινωνικοποιείται, αυτοργανώνεται, και εθελοντεί με σκοπό τη διάδοση μιας τέτοιας έμπρακτης κατεύθυνσης Πολλοί από τους εναλλακτικούς είναι επίσης στο μέτωπο των περισσοτέρων κοινωνικών αγώνων, εν αντιθέσει με τους αδιάφορους που την ίδια στιγμή πολυθρονιάζουν στοχαζόμενοι για τα μπούτια της Τζένης και τ’ ασφάλιστρα του τρίτου αυτοκινήτου.

Ο άνθρωπος αυτός δεν ενστερνίζεται αρτηριοσκληρωτικές πεποιθήσεις
ακραίες, βίαιες, τοπικιστικές, πατριθρησκοικογενειακές και αιχμηρά ταμπού, οπότε και μπορεί να συνδιαλέγεται και αρμονικά να συνυπάρχει με αποκλεισμένες ή  κοινωνικώς ρευστές ομάδες και μονάδες. Έτσι, οι καθημερινοί κυματισμοί του θα αγκαλιάσουν τον πρόσφυγα, τον ομοφυλόφιλο, τον άστεγο, τον πένητα, τον ψυχικά και σωματικά ανάπηρο, τον κοινωνικό αγωνιστή, και γενικά οποιονδήποτε έχει περιθωριοποιηθεί/αποδυναμωθεί απ’ τις παγιωμένες νόρμες (και κάτι σε Καζαντζίδη μου φέρνει αυτό τώρα που το σκέφτομαι, όμως θα ασχοληθώ με την ισχυρή ασυνέπεια παρακάτω).

Ο άνθρωπος αυτός είναι οπαδός της μη βίας
εκτός και αν αυτή είν’ η μόνη λύση. Έτσι, θα τον δεις να εισπράττει αναπάντητα τη βία των αρχών κάπου στην Ισπανία, θα τον πετύχεις σε χιονισμένες πλατείες με αυτοσχέδια πλακάτ να δίνει  δωρεάν αγκαλιές σε όποιον θέλει, διαδίδει το όραμα της ειρηνικότητας, μελετάει Κρισναμούρτι, Γκάντι, έχει το λόγο και όχι το μπράτσο σαν σπάθη κτλ κτλ.

Ο άνθρωπος αυτός προσπαθεί όσο μπορεί να διαφυλάξει το φυσικό του περιβάλλον
όντας προσεκτικός τόσο σ’ εκείνα που καταναλώνει όσο και σ’ εκείνα που απορρίπτει στους κάδους. Είναι φιλόζωος και φυσιολάτρης και συχνά οργανώνεται σε ομάδες περιφρούρησης/διαφύλαξης φυσικών πλούτων και επαπειλούμενων ειδών, πολλές φορές δε, ζει πράσινα, με “πράσινες” πρακτικές (χορτοφαγία, ανακύκλωση, περίπατος, ποδήλατο, κτλ).

Ο άνθρωπος αυτός προσπαθεί να προξενήσει την ελάχιστη δυνατόν ζημιά 
στον πλησίον του και το γύρω του, επιλέγοντας να μην ενσωματωθεί σε ”πελατειακούς” θεσμούς και συστήματα, να μην υπερτιμολογήσει έν’ αγαθό και υπηρεσία, αλλά να σκοντάρει/χαρίσει/ανταλλάξει κάτι όσο είναι κάτι τέτοιο εφικτό, και να είναι φορέας θετικής και όχι αρνητικής ενέργειας/συμπεριφοράς.

   Αυτά και κάποια ακόμα στοιχεία είναι εκείνα που συνθέτουν την -κατά κοινή συνείδηση- εικόνα του “Εναλλακτικού” η οποία δανείζεται απ’ το χίπη, κλέβει απ’ τον αριστερό, οικειοποιείται απ’ τον αναρχικό, δεσμεύει από τον οικολόγο, θηλάζει λίγο τον Τσε όμως ταΐζεται κι απ’ τον Γκάντι, παίρνει χαδάκια απ’ το Φρομ, ενώ της κλείνει που και που γλυκά το μάτι κι ο Φαλμεράιερ.
   Αυτή η εικόνα -καθώς κάθε το στερεότυπο που σέβεται τον εαυτό του και αγαλλιάζει στη φθορά της χωροχρονικής απόστασης από τον παρατηρητή του- δεν εξαιρείται του χρυσού κανόνα της πραγματικότητος, ο οποίος είναι ο απλός λόγος της πράξης προς τη θεωρία:

Χρυσός Κανόνας της Πραγματικότητας = Πράξη/Θεωρία
όπου αν οι δυο όροι του κλάσματος είν’ ετερόσημοι, τότε η πραγματικότητα είναι αρνητική (λέγε με “άλλα λέω κι άλλα κάνω”)· εάν η Θεωρία είναι μεγαλύτερη απ’ την Πράξη, τότε η απόδοση είναι μικρότερη της μονάδας, αν η Θεωρία είναι μηδενική τότε η απόδοση απειρίζεται ανεξέλεγκτα, και αν η Πράξη είναι μηδενική, τότε και η πραγματικότητα είναι επίσης μηδενική.
   Αφού επιχειρήθηκε ο ορισμός, και ακολούθως παρετέθησαν τα θετικά εκείνα στοιχεία του Εναλλακτικού, καιρός τώρα να ξυπνήσει το (δίκαιο) troll για να παρουσιάσει και τ’ αρνητικά, right; Ας αρχίσει λοιπόν ο
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ
Πολιτική
“Για όλα μα όλα φταίμε εμείς οι Έλληνες…”. Όχι κυρία μου (που λέει κι Μαζόπουλώς)· εγώ δεν φταίω αν ο μεγαλοεπιχειρηματίας έχει κουμπάρο μεγαλοεργολάβο που έχει ξάδερφο πολιτικό· ούτε φταίω εάν οι σκατόδρομοι και το κακορυθμισμένο (από καλοπληρωμένους μελετητές) πολεοδομικό, οδικό και ρυμοτομικό δίκτυο με κάνουν να μπινελικώνω μέσ’ στ’ αμάξι μου εσένα, που για τους ίδιους ακριβώς λόγους έχεις κάτσει μεσ’ στη μέση του δρόμου σαν λυράρη σε pause. Ούτε εγώ φταίω αν η χώρα είναι σε πτώχευση· ούτε εσύ. Ούτε εμείς φταίμε αν κάποιοι μπήκαν στο δημόσιο ή ιδιωτικό με γνωριμίες. Και όσο κι αν τα βάζεις με το δημόσιο τότε άλλο τόσο να τα βάλεις και με το ιδιωτικό, με το μαλάκα τον πωλητή στον τηλεπάροχο που σε κλέβει και σε κοιτάει σαν τσέπη μόλις μπαίνεις στο κατάστημα. Και ούτε να μου τσαμπουνάς για δημόσια και δωρεάν παιδεία όταν ζεις από τα ιδιαίτερα που παραδίδεις. Και να μην τα ισοπεδώνεις όλα με αφορισμούς του τύπου “όλοι οι πλούσιοι είναι λαμόγια” διότι έχω να σου γνωρίσω εκατοντάδες μη πλούσιους που θα σου τη φέρουν στο συνεργείο, στο περίπτερο, στον πάγκο με τα εναλλακτικά σκουλαρίκια, στο bar με τις εναλλακτικές μπόμπες και το σκατόηχο, και όπου αλλού μου πεις. Μη μου μιλάς για «μαλάκες μικροαστούς” εάν εκείνοι που σ’ έφεραν και προσπάθησαν να σε αναθρέψουν στον “μη εναλλακτικό» τούτο κόσμο ανήκουν σ’ αυτή την τάξη, ούτε να τους τα χώνεις επειδή η ζωή τους έβαλε μπροστά από μια οθόνη και πάνω σ’ έναν καναπέ. Ρίξε μια ματιά στην Ευρώπη που τόσο αγαπάς και τόσο θαυμάζεις, μέτρα τ’ αποτυπώματα του κώλου στον καναπέ ενός μέσου “πολιτισμένου Ευρωπαίου” και αναρωτήσου γιατί από τα σαράντα και μετά γίνεται φετίχ αυτό το έπιπλο: διότι έτσι είναι η (σύγχρονη) ζωή και ο βιομηχανικός πολιτισμός: κουράζει και υπνωτίζει. Γκέγκε; Και, πού ‘σαι: αυτή τη στιγμή με διαβάζεις ζεσταίνοντας την καρέκλα του σπιτιού, του νετ καφέ, ενδεχομένως – αν είσαι και τόσο ασύρματος- να ‘σαι κι εσύ σε καναπέ ή -αν είσαι και τόσο φορητός-  ακόμα και στο κρεβάτι· μούγκα λοιπόν. Αν είσαι Εναλλακτικός και δραστήριος, τότε κλείσε με και τράβα κάνε μια ποδαράτα το τετράγωνο (και μη μου πεις για τα βουνά και τα λαγκάδια που παίρνεις κάθε ΣΚ με τον υπνοσάκο: εδώ σε θέλω, σε κάτι τόσο απλό). Χλωμό το κόβω.
   Αντί να δεις ότι η Γερμανία πρωτοστατούσα, και μαζί της η Βρετανία, η Σκανδιναβία, η Γαλλία, το Ισραήλ, η Τουρκία, η Αμερική και ένα σωρό χώρες πάνε να γαμήσουνε τις λιγότερο ανεπτυγμένες της Μεσογείου (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Λιβύη, Συρία, Αίγυπτο κλπ)  κι αφού έχουνε διαλύσει όλα τα υπόλοιπα Βαλκάνια, το Σοβιέτ και τη μισή μέση Ανατολή εδώ και δεκαετίες, ανοίγοντας έτσι την τρύπα για άλλη μια «Κάθοδο των Δωριέων», τα χώνεις στους “μαλάκες τους Έλληνες” της λαμογιάς, του βολέματος και της αδιαφορίας. Αντί να αποδόσεις τα του Καίσαρα στον Καίσαρα μου το πας μονόπλευρα, πιπιλίζοντας την ίδια “όπου γης και πατρίς” και “για όλα φταίμε εμείς αμερικανιά σου. Έχεις σκεφτεί ποτέ τους λόγους που τα χώνεις πάντα στον έσω και ποτέ στον έξω; Μήπως όταν ήσουνα παιδάκι τα έβαζες μόνο με το μπαμπά, τη μαμά και τ΄αδέρφια, αλλά στους γείτονες έσκυβες το κεφαλάκι και έλεγες μια μάταιη χαμογελαστή καλημέρα στα αδιάφορα αυτιά τους; Μήπως ήσουνα το καλό παιδάκι μέχρι και τα δεκαπέντα που άρχιζες να γκομενίζεις και να σκίζεις τα τζιν σου και έβγαλες «κακό όνομα»; Μήπως ήτανε πάντα εύκολο να κατηγορείς το σπίτι σου αντί του γείτονα, και αντί να σκεφτείς πως και τα δύο σπίτια μπορεί να είναι εξίσου δυσλειτουργικά και φύσει και θέση ανταγωνιστικά; Μήπως -λέω, μήπως- εναλλακτικό φιλαράκι μου, η επαναστατική φυγόκεντρός σου και ο αμερικανικός μαγνητισμός σου, απενοχοποιημένα από ένα “όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει”, ηλεκτρισμένα από ένα παρερμηνευμένο “πατρίδα είν’ εκεί που μίσησα και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτ’ αλλού” και στερεοποιημένα από ένα “ουδείς προφήτης στον τόπο του” είναι απλώς το δάχτυλα με τα οποία κρύβεις τη μούρη σου από την τόλμη να υπερασπιστείς τα εγγύτερά σου, να αποδόσεις ακριβοδίκαια τις ευθύνες τους και ν’ αγκαλιάσεις τόσο τα εξ ιδίων όσο και τ’ αλλότρια; Με λίγα λόγια, μήπως όλο αυτό το “μόνο οι Έλληνες φταίνε” δείχνει τη βαρεμάρα και ποντικοδειλία  σου να τα βάλεις στα ίσα και με τους ξένους; Για ξανασκέψου το:
   Έχεις μια χώρα σε κρατίδια, που κάνα-δυο αιώνες π.Χ. πέφτει στους Ρωμαίους (αφού είχε ήδη «εκπολιτίσει» τους μισούς ο Μεγαλέξαντρος). Αυτοί τα κάνουν πλακάκια με τους Εβραίους και μετά από μερικούς αιώνες πασάρουν τη χώρα στους Βυζαντινούς που-δήθεν-ήταν-ελληνική-πατέντα. Παράλληλα έχεις πολλαπλές καταστροφικές και διαβρωτικές καθόδους από σλαβικά φύλα· σου σκάνε και κάτι Μαροκινοί, Ισπανοί και διάφοροι. Σε μια φάση σου σκάει και μια πανούκλα που θερίζει ανεπανόρθωτα. Δε φτάνουν αυτά, και σου σκάνε Τούρκοι και Ενετοί για μια τετράδα (και βάλε) αιώνες· σε απελευθερώνουν κάποια “πολιτισμένα” βούγια και σε κρατάνε για δύο ακόμα αιώνες υπό οικονομική και διοικητική σκλαβιά, και μετά βίας καταφέρνουνε να σε ξεστραβώσουν με την ιστορία και την εκπαίδευση που σου ξαναγράψανε. Παράλληλα, θα φας καμπόσους εμφυλίους, δυο παγκόσμιους και τρεις δικτατορίες. Οι δυνάστες θα σου (ξανα)δανείσουν  και γαμώ τα φράγκα, εσένα που έχεις ξεχάσει απ’ τον καιρό της μνας και του οβολού να έχεις τσέπη. Και μετά θα στα ζητήσουνε πίσω ξέροντας πως δεν παίζει με τίποτα να πλερώσεις ούτε καν τους τόκους, και την ίδια στιγμή που εκείνοι σου χρωστάνε τα διπλάσια από κλοπιμαία, πολέμους αποζημιώσεις κτλ.
   Μετά απ’ όλ’ αυτά σου φταίει λοιπόν μόνο ο Έλληνας, εναλλακτικέ; Ναι· φταίει όσο μπορεί να φταίει κάποιος που ενώ μπορούσε κάπως ν’ αυτοβελτιωθεί δεν τον άφησαν. Αλλά σου φταίει σε όλα του; Εσύ που εκθειάζεις τη Γερμανία πχ για τον πολιτισμό και την ποιότητα ζωής της, αυτή τη χώρα που αφού έκανε δυο παγκόσμιους και πήρε τ’ αρχίδια της, αφού σκότωσε δεκάδες εκατομμύρια κι αποζημίωσε ψίχουλα, που ξαναχτίστηκε σε μόλις μια δεκαετία με σκλαβομετανάστες, ευνοϊκούς δανεισμούς και κουρέματα αποζημιώσεων, αυτή τη χώρα μου φέρνεις ως παράδειγμα ζωής; Τράβα να ζήσεις εκεί πέρα τότε, και άσε μας εμάς τους “άξιους της μοίρας μας” να παλέψουμε μπας και τη σώσουμε.. Αλλά άσε μας στ’ αυγά μας, φίλε. Μελέτα λίγο ελληνική ιστορία και κόψε τα παπατζιλίκια που καταπίνεις αμάσητα από τις “αδιάσειστες” πηγές σου. Και, που ‘σαι: την άλλη φορά που θα υπερασπιστείς Αφγανούς, Αλβανούς, Πακιστανούς, Κουβανούς, Αφρικανούς κτλ, να θυμάσαι πως και η χώρα που σε μεγάλωσε (για να έχεις την εναλλακτική πολυτέλεια να τη βρίζεις) τραβάει αυτή τη στιγμή παραπλήσια λούκια με τις πατρίδες εκείνων. Και αν δεν είσαι και τόσο αμερικανάκι “να την ψάχνεις αλλού τη δουλειά”, τότε να σεβαστείς το χώμα που μύρισες περπατώντας με τη σάκα του δημοτικού στην πλάτη, τα βουνά που ανέβηκες, τη θάλασσα που δέχτηκε τα μπρατσάκια σου, και ένα σωρό ανθρώπους που αγάπησες. Να αποδόσεις τα του Καίσαρα στον  Καίσαρα, φίλε μου. Ναι, φταίμε κι εμείς, φταίνε κι αυτοί. Και καλό θα είναι να διακρίνεις τα ποσοστά.
Μη-βια
Όσο υπέροχα κι αν τά ‘λεγαν και τά ‘καναν ο Γκάντι, ο Κρισναμούρτι και όλοι εκείνοι που (δικαίως) θαυμάζεις, πάρ’ το απόφαση πως η βία (ή η βιαιότητα αν θέλεις) ήτανε πάντα κρίσιμο στοιχείο επιβίωσης, άρα ζωής. Ο ήλιος δεν ζητάει άδεια από τα σύννεφα για να χιμήξει μεσ’ στα βλέφαρά σου το χειμώνα, το κύμα δε ρωτά το βράχο, ο βράχος δεν παραμερίζει στην έλευση του κύματος, το λιοντάρι δεν κάνει διπλωματία με το ελάφι, ο κανίβαλος δεν λυπάται τον όμηρο, ο ινδιάνος ζητάει συγνώμη από το ζαρκάδι αλλά μια χαρά το κάνει μπάρμπεκιου, ο καταρράκτης δεν δείχνει επιείκεια στη βουνοπλαγιά, η σούπερνόβα πριν να καταλήξει νάνος εκλύει ασύλληπτες ποσότητες ενέργειας: Η ζωή είναι ένας σοφά και αμείλικτα υπολογισμένος συγκερασμός βίας/μη βίας. Το να μείνεις με σταυρωμένα τα χέρια την ώρα που σε βαράνε αντί να βαρέσεις, δεν κάνει καλό σε κανένα. Ούτε θα νουθετήσεις τον βίαιο, ούτε και θ’ αποφύγεις τα ψυχολογικά προβλήματα της δειλίας και της εκδίκησης, και πολύ πιθανόν να καταλήξεις σε κάνα νοσοκομείο. Επίσης, δύο γονέοι στερήθηκαν για να σε μεγαλώσουν, να σε κάνουν κοτζάμ ενήλικα, αρτιμελή και σώο· γιατί προσφέρεις τον κόπο τους στα χέρια και τις ορέξεις του οποιουδήποτε; για χάρη μιας ιδέας; η οποία (ως κάθε ιδέα) εφαρμόζεται πάντα τοπικά και όχι πάντα καθολικά; Αναθεώρησε μάγκα μου: τσουρούφλισε λίγο το αίμα σου, και βάρα όταν είναι να σώσεις το τομάρι σου. Η βία χρειάζεται που και που· ενίοτε είναι και η μόνη οδός, εάν και θα ‘πρεπε να είν’ η τελευταία. Χέσε μας (με ή χωρίς συμπάθιο) με τις θεωρίες περί «ειρηνικής συνύπαρξης» κτλ. Τόσοι ανθρώποι έχουνε πέσει μαχόμενοι, και θα ντρεπότανε να σε δουνε να πέφτεις αμαχητί. Μη φλώριάζεις. Και αν δε σε πείθουνε τα χωριάτικα μου λόγια, τότε (ξανα)διάβασε τον Καπετάν Μιχάλη και άσε τις new-age παπαριές για τ’ αμερικανάκια.
Οικωλογία

   Το ότι τρως βιολογικά μαρουλάκια και πας με ποδηλατάκι στη δουλειά σου και στη βόλτα σου δε μου λέει και πολλά εάν παράλληλα είσαι οδηγός ή συνοδηγός αυτοκινήτου, και όταν χρησιμοποιείς τα Μ.Μ.Μ. Για να χώσω βαθύτερα το νυστέρι: τί μου λες για καθαρό οξυγόνο και αμόλυντο περιβάλλον όταν με το τσιγάρο σου καταστρέφεις τον ίδιο τον αέρα που τόσο προασπίζεσαι; Έχεις σκεφτεί ότι αφενός κάθε σου τσιγάρο είν’ και καρβούνιασμα οξυγόνου, παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα, και ότι αφετέρου άλλη μια γόπα πήγε στα σκουπίδια; Όχι; Μάγκα μου, αν είσαι στα τριάντα πχ, με πολύ συντηρητικούς υπολογισμούς έχεις, ως τώρα, βρωμίσει το περιβάλλον με 10 κιλά = 50 λίτρα γόπες.· και άμα δεν πείθεσαι ρίξε και μια κλικιά εδώ. Δεν θα σου υπολογίσω καν πόσο οξυγόνο καρβούνιασες ούτε σε πόσα παθητικά πνευμόνια εισέβαλες δίχως κανένα δικαίωμα. Κι αν απορείς άμα εγώ που στα λέω καπνίζω, θα σου απαντήσω με δυο μόνο λέξεις: σαν πούστης· απλώς εγώ δεν το παίζω ecosuperman υπό τις διακριτικές ευλογίες του καταλύτη μου.
   Επίσης δε σώνεις το περιβάλλον με το να πετάς τα σκουπίδια σου στην ανακύκλωση. Δεν ξέρω αν το ‘χεις προσέξει, αλλά το σκουπιδαριό σου (συνήθως) το καταπίνει το ίδιο αδέκαστο απορριμματοφόρο που καταπίνει και τους κοινούς πράσινους κάδους· δεν έχεις παρά να τη στήσεις σε σημείο περισυλλογής (αλλά ΟΚ, μην πάρω και όρκο). Α, και πού σαι: συγχαρητήρια για την εκβιομηχάνιση στην οποία αντιστέκεσαι δίνοντας της τσάμπα πράμα πρώτη ύλη με τ’ ανακυκλωμένα σου. Οι βιομηχάνοι σ’ ευγνωμονούν, που αντί να πλερώνουνε παραπάνω για εξορύξεις, επεξεργασίες κλπ, έχουνε τσάμπα πράμα για απλή διαλογή, καθάρισμα και μεταποίηση. Να ‘σαι καλά…
Επίσης δεν το σώνεις το περιβάλλον σου άμα πετάς φαγητό από εκείνο που ψήνεις· να κάτσεις να το φας όλο στην ώρα του ή την άλλη μέρα κι ας έχει χαλάσει η γεύση του (με λίγο αλατάκι και χημικότατη μαγιονέζα όλα διορθώνονται…). Τα εναλλακτικά χόρτα που μαγείρεψες δε φύτρωσαν, ούτε σκυφτομαζώχτηκαν για να καταλήξουνε σε χωματερές· γκέγκε;
   Νά σου πω: από νάιλον σακούλες πώς πάμε; τις μαζεύεις για πιθανή μετακόμιση ε;… Γιατί δε σ’ έχω δει, πράσινο φιλαράκι μου, σε κανένα supermarket να κουβαλάς δικές σου τσάντες, ούτε καν νάιλον. Τάπα…
   Με τις βρύσες πώς πάμε; με το ρεύμα; Έχεις υπόψιν σου πώς φτάνει αυτό το ρεύμα σπίτι σου; ή μπας δεν έχεις παρατηρήσει τις τσιμινιέρες στα ρευματεργοστάσια; Ετούτα να τα θυμηθείς όποτε δουλεύεις την οποιαδήποτε ηλεκτρική συσκευή, ακόμα και το κινητό σου. Τι; αν χρησιμοποιώ ρεύμα εγώ; Εννοείται! Αλλά δεν το παίζω οικοχόνδριος, συγνώμη: οικολόγος.
   Ψτ… και πού σαι: τις παπαριές με το κινητό-φούρνο μικροκυμάτων που κάνει το μυαλό φρυγανιά να τις λες αλλού: έχεις ένα σωρό ενεργές συσκευές στο σπίτι, με πηνία, πυκνωτές, ασύρματη σύνδεση, υπέρυθρες κλπ κλπ, που κανονικά θα ‘πρεπε εδώ και χρόνια να ήσουν κοκορέτσι, εάν δεν το ‘χεις πάρει χαμπάρι. Και πού ‘σαι, ψηλέ: όξω από το σπίτι σου έχεις: wifi routers, κολόνες της ΔΕΗ, κυψέλες κινητών, κεραίες τηλεόρασης, δορυφορικά πιάτα και μαχαιροπίρουνα, και γενικά από παντού προς παντού σε διαπερνάνε τόσα Hz που θα ‘πρεπε το χειμώνα ν’ αράζεις για solarium  στην εξώπορτα. Οπότε κούλαρε λίγο.
– Και τί σημαίνει αυτό; Πως θα επιβαρύνω κι άλλο την υγεία μου με το κινητό συνέχεια στ’ αυτιά μου;
– Αυτά να μου τα πεις όταν βαράς τρίωρα να μιλάς με το καινούργιο αμόρε/πιπίνι, και όταν βαράς οχτάωρα δίπλα στα τσιπάκια του PC σου…
– Και τί λύση μας προτείνεις δλαδή ρε φίλε; να πάμε στα βουνά;

– Ναι, αν είσαι μάγκας κάντο, αλλιώς δεν είσαι πράσινος: είσαι ένας γκρίζος που (προς τιμήν του) θέλει να κάνει το λιγότερο δυνατόν κακό στο περιβάλλον, μόνο που δεν το πολυκαταφέρνει ενστερνιζόμενος αμερικανοχιπικοnewage πατέντες· απλά.

Θρησκεία

Ο τυπικός εναλλακτικός δηλώνει άθεος (πιστεύει όμως σε μια ανώτερη δύναμη)· είναι δηλαδή αγνωστικιστής. Έχει τεράστια, λοιπόν, πλάκα να παρακολουθήσει κάποια φορά κανείς αντιφωνία μεταξύ θρήσκου και εναλλακτικού· με τί μένος βάλλεται ο ένας στον άλλο κατηγορώντας τον γι’ αυτά που το δόγμα του έχει κάνει στην ανθρωπότητα.. Κι εδώ το μόνο που αλλάζει είναι τα λόγια, και όχι η μορφή: ο άθεος με μισαλλόδοξο μένος καταφέρεται μεθ’ επιχειρημάτων έναντι του θρήσκου· και τούμπαλιν. Απλώς ο άθεος απορρίπτει ως ανεπιχειρήματα τα “κατά τας γραφάς” του θρήσκου, και ο θρήσκος απαξιώνει τα λογικά επιχειρήματα του άθεου αφού δεν έχουνε μεταφυσική επίκληση σε κάποιον “πατέρα της εκκλησίας” αλλά απλώς καταδεικνύουν τις αντιφάσεις του. Και όλο αυτό διότι ο δυτικοευρωπαϊκός επιστημονισμός του Διαφωτισμού φρόντισε -δικαίως ή αδίκως- να ορφανέψει τον άνθρωπο απ’ τον αυταρχικό καθολικό θεό του μεσαίωνα, κάνοντάς του θεωρητικό πόλεμο και αντίποινα, τα οποία κυριαρχούν ως και σήμερα, με τον απόηχο τους αλλοιωμένο από τον χωροχρονικό άνεμο, και έναν απόηχο που ο τυπικός εναλλακτικός άθεος ποτέ δεν έκατσε ν’ αξιολογήσει, αλλά απλώς χρησιμοποεί· τον απόηχο. ‘Οχι φίλε μου εναλλακτικέ: το ότι καίγαν μάγισσες και κάναν σταυροφορίες τα καθολικά ζώα του μεσαίωνα δεν μου αποδεικνύει πως δεν υπάρχει θεός αλλά πως μάλλον δεν υπάρχει άνθρωπος. Τί ακριβς σχέση έχει η πρόφαση θεού με το θεό; Και τί σχέση έχει ο ρωμαιοκαθολισμός του πρωτομεσαίωνα μ’ εκείνον δευτερομεσαίωνα και οι δύο αυτοί με τον προαναγεννησιακό; Και τί σκατά σχέση έχουνε όλοι αυτοί με την ορθοδοξία; Και τί σκατά σχέση έχουν όλα τα παραπάνω με το Θεό και την ανθρωπιά (στο χωριό σου το λένε και “ανθρωπισμό” ή «ουμανισμό»); Βάσει τον όσων διεκήρυξαν οι πρωτομάστορες της σύγχρονης βορειοδυτικής σκέψης (και οι οποίοι μεταξύ τους παρουσιάζουν τοπικά αξιοσημείωτες διενέξεις) προσπαθείς να προσβάλλεις το (χαζό ή μη) αγαθό της πίστης ενός θρήσκου; Έχεις αναλογιστεί εάν οι βάσεις σου έχουνε φτάσει με χαλασμένο τηλέφωνο στο σήμερα; Έχεις σκεφτεί ποτέ πως η πίστη δεν είναι για να συζητιέται αλλά για να υπάρχει η μη; Έχεις σκεφτεί ότι το μένος με το οποίο καταφέρεσαι στον πιστό δεν έχει καμία διαφορά στην ποιότητα και τα εφαλτήριά του από εκείνου; Όχι; Μαγνητοσκόπησε τον εαυτό σου σε «debate» σου με θρήσκο (ή και θρησκόληπτο) και έπειτα παρακολούθα το με μιουταρισμένο τον ήχο…

– Εσύ δλαδή που μας τα λες τί είσαι;

– Ένας που πιστεύει σε έναν Θεό (κι ας είναι 12 ή 1000 συμπυκνωμένοι σε μιαν Ιδέα), Πατέρα (διότι εγώ δεν θέλω ορφάνια), Παντοκράτορα (που έχει τη δύναμη επάνω στα πάντα και επάνω στους πάντες, οι οποίοι αργά η γρήγορα θα δικαιωθούν ή τιμωρηθούν -λέω τώρα εγω με το φτωχό και θρησκόληπτο μυαλό μου). Άμα δε σου φτάνει αυτό, μπορείς επίσης να με πεις τυφλό, χαζό, “έτσιμουμάθανε”, θρησκόληπτο και ότι άλλο γουστάρεις· κουβέντα δεν θ’ ανοίξουμε πάντως· διότι δεν ξέρεις να την κλείνεις σωστά· διότι έχεις γαμάτο στόμα και γάματα αυτιά.

Φιλοσοφία

Αφού ο Φρομ εμπλουτιστεί από τον Ράσσελ, αμφότεροι θ’ αναθεωρηθούν άμα τη αφίξει του Καστανέντα, που -αφού αποθεωθεί- θ’ αρχίσει να ωχριά εμπρός στο Γιούνγκ, μα ο οποίος τελικά θ’ αποδειχτεί παιδαριώδης μπρος στο Μάρξ, αλλά ο οποίος θα αντικατασταθεί σε λίγα χρόνια από το εβδομαδιαίο μονόστηλο αστρολογίας, που όμως τελικά είναι ανεπαρκές μπροστά στους Ελ και τις συναφείς θεωρίες. Ο υλισμός θα υποχωρήσει στον ιμπρεσιονισμό, ο οποίος ερεθίζει όμως λιγότερο απ’ τον αλεατορισμό, και που τελικά είναι απλώς μια τρίχα μπροστά “στο σύμπαν που συνωμοτεί”.

   Όλα τα παραπάνω δεν είναι κατ’ ανάγκην κακά, εάν αποτελέσουν εφαλτήριο για διανοητική πρόοδο. Όταν όμως διατηρούνται ακόμη και σε μεγάλες ηλικίες, τότε το πράγμα αρχίζει σοβαρά να νοσεύει και νοσηρά να σοβαρεύει.

Άμα δεν είσαι φιλόσοφος ή έστω εάν δεν έχεις μελετήσει με κριτική σκέψη και συνέπεια τους γνωστότερους αρχαιοέλληνες, ευρωπαίους κι ανατολίτες φιλοσόφους, να μην μου το παίζεις αυθεντία και μέντορας. Το να πιάσω λίγο δευτεροβάθμιο Σωκράτη, να πετάξω και ένα Καντ τσέπης, ν’ ανακατέψω και λίγο Μακιαβέλι του κυριακάτικου ένθετου, να σοτάρω με Βολταίρο του θείου Χαράλαμπου, να σερβίρω με Έγκελς παραλίας και να μαχαιρώσω με Γκράμσι Βικιπαίδειας δεν με κάνει εντυπωσιακό αλλά απλώς καλαμπόρτζη. Κι αυτό διότι η «περίφημη» κοσμοθεώρηση που με Νιτσεϊκή σκυθρωπότητα εκφέρεις, συνήθως δεν συνοδεύεται από ‘να ταπεινό “από τα λίγα που έχω διαβάσει…”. Η προσθετική άρθρωση και η απουσία συνθετικής δόμησης στο λόγο, δεν δημιουργούν και δεν προσφέρουν. Και εκεί ίσως να απαντάται το μεγάλο αγκάθι στην (τυπική) επιχειρηματολογία του (τυπικού) εναλλακτικού: η συρραφή, το κολλάζ από γνωσιακά μπαλώματα, που συνιστά έναν «καινοφανή» μα στην ουσία του ξύλινο λόγο, και ο οποίος δομικά και αιτιακά δεν διαφέρει και πολύ από εκείνον της “αντίθετης” άποψης· κι εκείνοι, οι “άλλοι”, χρησιμοποιούν έναν προ(χειρο)μαγειρεμένο χυλό ο οποίος δεν παρασκευάζεται χάριν αλήθειας κι αντικειμενικότητας αλλά χάριν πειθούς και εντυπωσιασμού, δηλαδή ωφελιμιστικά, ρητορικά. Η χρήση της επίκλησης του τσιτάτου του Σοπενάουερ δε διαφέρει ουσιωδώς από εκείνη ενός τάδε «πατέρα της εκκλησίας» την οποία θα χρησιμοποιήσει ο αντιφωνούντας, ή τη χρήση μιας απλής λαΙκής παροιμίας. Η αλήθεια δεν ενδιαφέρει: ενδιαφέρει η πίστη στην “αυθεντία” του επικαλούμενου, και το πόσο αυτή εγγυάται να προσδώσει το “αναμφισβήτητο” σε δεδομένο ισχυρισμό. Ο τυπικός λόγος του εναλλακτικού συνήθως πάει κάπως έτσι:

“Βάσει του Χ ο οποίος είπε Χ1 θεωρώ ότι το καλύτερο είναι να Χ2”.
Ο αντίθετός του θα πει είτε:
“Και όπως είπε ο Ψ μπλα μπλα μπλα άρα λοιπόν πρέπει Ψ1…” είτε “Μα ο Ω είπε Ω1 άρα Ω2…”

Τα μόνα που αλλάζουν είναι οι επικαλούμενες αυθεντίες και τα τσιτάτα. Ο ξύλινος απενοχοποιητικός λόγος που αποφεύγει τη δημιουργική προσωπική άποψη άνευ δεκανικίων “αυθεντίας” είναι πάντα παρών και διαπασών, ως είθισται. Ως εκ τούτου, πού είναι η προσωπική άποψη, η ατομική επιχειρηματολογία; πουθενά· άλλων λόγια ν’ αγαπιόμαστε(;).
   Τυχαίνει(;) η οποιαδήποτε πεποίθηση και κουβεντολόι μεταξύ Εναλλακτικών να μην έχει αλλάξει εδώ και δεκαετίες. Ομοίως της αριστεράς, της δεξιάς, του κέντρου, της αναρχίας, της αθεΐας, της θρησκείας, του αγροίκου, του πολιτισμένου κλπ. Υπάρχει ένας πάγιος άξονας, κουβέντες και πεποιθήσεις καρμπόν, που είναι η fast food λύση έναντι στην οποιαδήποτε κατάθεση κριτικής σκέψης και στη δημιουργικότητα των ιδεών. Δεν έχετε παρά να πάτε σε καφετέρια εναλλακτικών ή παραλία στο Γαϊδουρονήσι: όποια δεκαετία και να πας θ’ ακούσεις τα ίδια. Και θα μου πουνε ο Παραλίας, ο Σαγιονάρας, ο Σακίδιος και ο Μπάφος, ο Ράστας και ο Φλαμένκος:

– Μα είναι λογικό! διότι τα κακώς κείμενα της κοινωνίας παραμένουν τα ίδια!
– Αν ήταν δημιουργικότερη και προσωπικότερη η σκέψη σας, θα ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα· εμείς δεν αλλάζουμε τον κόσμο (όπως διατείνεστε);
– Ναι, μα τί να σου κάνουν μια χούφτα ανθρώποι;
– “Άμα θέλεις ν’ αλλάξεις τον κόσμο ξεκίνα από τον εαυτό σου” δε λέτε; Έχετε άραγε (εν)αλλάξει τον εαυτό σας και τη διαλεκτική σας όλ’ αυτά τα χρόνια ή το βιολί βιολάκι;

Επιστήμη
Δεν μπορείς να μου μιλάς γι’ αστρολογία, καρμικά σύμπαντα, αύρες, σαύρες κουκουνάρες, την ίδια στιγμή που μου πετάς και ένα  E = mc2. Όχι επειδή η επιστήμη δεν θα μπορούσε να οδηγηθεί σε μεταφυσικές (υπό την Αριστοτέλεια Μεταφυσική) παραδοχές. Αλλά επειδή ο ορθολογισμός-δεκανίκι με τον οποίο αποπειράσαι να προσδώσεις κύρος και πειθώ στους ισχυρισμούς σου, ήτανε πάντα αντίθετος και απομυθοποιητικός στην αμερικανιά και τις ψευδεπιστημονικές συνομωσιολογικές φυλλάδες και βιβλιαράκια τσέπης που διάβασες για τις “πρόσφατες ανακαλύψεις που αναθεωρούν την έως τώρα παγιωμένη αντίληψη περί μπλα μπλα μπλα…”. Τ’ ότι διαβάζεις εκλαϊκευμένη Φυσική δεν παρέχει αυθεντία (και μούρη) στο σοφιστικέ σου υφάκι όταν μιλάς για «ανεξερεύνητο σύμπαν». Το ότι διαβάζεις Γιούνγκ και πάραυτα μου αναλύεις και όνειρα χειρότερα από συντάκτη Καζαμία του μεσοπολέμου, σε καθιστά απλώς θλιβερό. Καταστάλαξε λοιπόν σ’ ένα σημείο, μελέτησέ το με συνέπεια και αμφισβήτηση (ακόμα και την ίδια την επιστήμη) και μετά ξαναμίλα.

Το ότι, επίσης, κάποιος επιστήμονας είπε το τάδε «αναμφισβήτητο» που μου το τσαμπουνάς «αναμφισβήτητα» δεν σου δίνει κανένα credit. Σού έχω έναν άλλον επιστήμονα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού ο οποίος την ίδια στιγμή αντίκειται στον δικό σου, και ο οποίος (για να μιλήσω με τα λόγια σου) ίσως επιβεβαιωθεί σε λίγα χρόνια, για ν’ αναθεωρηθεί κι ο ίδιος σε κάποιες δεκαετίες ή έστω αιώνες. Θέλω με όλ’ αυτά να σου πω ότι, καλό θα είναι να πάντα παρενθέτεις μια επισήμανση πριν ξεκινήσεις το λεξαυνανισμό σου· κάπως έτσι: “(υπόψιν, ό,τι και να ισχυριστώ τώρα, ανήκει σε κάποια απ’ τις έως σήμερα παραδεδεγμένες είτε υπό εξερεύνησιν  αντιλήψεις, και οι οποίες είναι πολύ πιθανόν αύριο να μην ισχύουν)”. Σου φαίνεται μακρινάρι και αντιπειθέ ε; ΟΚ, μπορείς απλώς να πεις: “για την ώρα, αυτό που λέει ένα κομμάτι της επιστημονικής κοινότητας είναι ότι μπλα μπλα μπλα…”. Γκέγκε;

Μουσική

Το ότι ο μέσος εναλλακτικός ακούει fado και flamenco και reggae  ενώ συνήθως χλευάζει και αδιαφορεί για την ελληνική παραδοσιακή και λαϊκή μουσική, είναι γεγονός που δεν του διαφεύγει, και όμως τον αφήνει παγερά αδιάφορο. Το ξένο είναι πάντα πιο γλυκό, και φυσικά όχι παρωχημένο και συναρτημένο με πατριδοθρησκοικογενειακές θρομβώσεις κτλ. Εκτός και αν πρόκειται για ρεμπέτικο, το οποίο όσο πιότερο μιλάει για πρέζα, αστυνομία κτλ, τόσο πιο “συλλεκτικό” είναι. Το ότι ο μεγαρεμπέτης και απαγορευμένος Τσιτσάνης ήταν εκείνος που πρωτόβαλε  (και ακολούθως ο Χιώτης) το ρεμπέτικο στα σαλονάκια, τον αφήνει παγερώς αδιάφορο. Τ’ ότι ο “μαμποτσάμπο” Χιώτης μπουζούκησε στους ιστορικότερους δίσκους του Θεοδωράκη δεν το ‘χει ακούσει ούτε για πλάκα. Το ότι ο ίδιος πάλι έχαιρε απεριόριστης εκτίμησης την ίδια στιγμή απ’ το ρεμπετασκέρ, ούτε που του λέει ι αυτό κάτι. Το ότι ο Βίρβος στιχούργησε τη Γερακίνα βιωματικά (όπως τόσο αρέσει στον εναλλακτικό αυτή η μαλακισμένη λέξη) δεν του λέει απολύτως τίποτα για την ό,ποια κοινωνική και καλλιτεχνική αξία μπορεί να έχει το επονομαζόμενο λαϊκό, και βέβαια η ίδια η λέξη λαός (και που ως δια μαγείας σε κάθε κοινωνικό του αγώνα αποκτά αδαμάντινη χροιά). Το ότι ο Καζαντζίδης πέρ’ απ’ τη “Μαντουμπάλα” έτυχε να τραγουδήσει και το “Σαββατόβραδο” (Λειβαδίτης-Θεοδωράκης) δεν του λέει επίσης τίποτα. Ούτε το ότι ο Καζαντζίδης κυνηγήθηκε, ότι πρώτος πάλεψε για τα δισκογραφικά δικαιώματα τραγουδιστών και μουσικών, και ότι είχε συχνά τραβήγματα λόγω πεποιθήσεων. Κλάι μάιν σου λέω, σιγά μη βρει αξία ο ακομπλεξάριστος εναλλακτικός στον “κλαούρη”, “πονεμένο” Καζαντζίδη και στον παρομήγυρο συρφετό του λαϊκού. Γουστάρει όμως ο εναλλακτικός τη λαϊκή μουσική της Πορτογαλίας, της Ισπανίας, της Λατινικής Αμερικής, οτιδήποτε δηλαδή περιέχει στίχους στις “μαγευτικές” κι ακατανόητες αυτές γλώσσα, και που τη χορεύουν αυτή τη μουσική όλοι οι “ελεύθεροι άνθρωποι”, και που έχει “διονυσιακή”, αποκριάτικη ή νοσταλγική διάθεση. Ομοίως, ο εναλλακτικός γενικά αδιαφορεί και για την παραδοσιακή ελληνική μουσική διότι, βέβαια, του μάθανε πως παράδοση είν’ τα κλαρίνα, οι ζουρνάδες, το τσάμικο κι ο καλαματιανός, συνειδητά παραβλέποντας την πολυρυθμία, την πανάρχαια καταγωγή, την κοινωνική δύναμη της, και βέβαια το ότι οι μουσικές αυτές μελετώνται εξονυχιστικά και παγκοσμίως σε πανεπιστήμια και ιδρύματα. Κλάι μάιν και πάλι: “κλαρίνα, ζουρνάδες και ύποπτοι ελληνοκεντρισμοί· έτσι ηχεί η παράδοση στα εναλλακτικά αυτιά μου”. Δε φταίει βέβαια και τόσο αυτός εν προκειμένω, αφού η «εμποροπανήγυρη» του παραδοσιακού ξεκίνησε και σχεδόν δια της βίας πλασαρίστηκε επί τετραετίς Μεταξά κι επταετίας Παπαδόπουλου, και αφού το παραδοσιακό είχε φάει πόρτα από τα κλεινά(;) άστη ήδη από το 1828 που μας ελευθέρωσαν τα δάνεια και η διπλωτία των Μεγάλων Δυνάστεων. Αλλά και πάλι, Η Μέλπω Μερλιέ ήδη από το 1930 ηχογράφησε 222 δισκάκια με 600 δημοτικά από ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα και τα ιταλοκατεχόμενα Δωδεκάνησα, και η μακαρίτισσα η Δόμνα 30 χρόνια αργότερα και για μισόν αιώνα θέρισε την επικράτεια με ένα κασετόφωνο, να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται, και κυκλοφόρησε όπως και ραδιεξέπεμψε αμέτρητο πρωτόλειο υλικό απ’ ό,ση παράδοση δεν είχε ακόμα «κλαρινοποιηθεί». Που ήταν τ’ αυτιά του εναλλακτικού τόσα χρόνια; Ενδιαφέρεται όμως για το mainstream βαλκανικό που καθιερώσαν σκηνοθέτες και συνθέτες. Και άντε να τον πείσεις για τη συγγένεια του βλάχικου «τάδε» με το ρουμάνικο «τάδε» και του ομογάλακτού Βουλγάρικου «δείνα» με το Θρακιώτικο «τέτοιο» Κλαί μάιν σου λέω. Τα παραδοσιακά δε σ’ αρέσουν, φίλε εναλλακτικέ, ανίκανος ν’ αναγνωρίσεις τον πεντατονικό, τετραχορδικό (τί σου λέω τώρα ε…) λώρο τους με την Τραγωδία, την ελεγεία, το Θρήνο, το Επινίκιο κλπ, ή με κάποιον από τους άξονες της Πυθαγόρειας διδαχής. Αρνείσαι ως φιλόζωος την κατσικόδερμη ασκομαντούρα, σ’ ελκύει όμως το κατσικόδερμο μπεντίρ ή το αφρικανικό ταμ-ταμ. Αρνείσαι το κλαρίνο αλλά γουστάρεις το κλαρινέτο (που είναι ένα και το αυτό). Αρνείσαι το δημοτικό, το νησιώτικο, το παραδοσιακό των “αγροίκων”, “χωριατών”, “στραβαδιών”, εκτός και όταν απλόχερα σε κεράσουν σε κάνα χωριό στις γιορτές ε; Τότε “έχει μια αξία” κι αυτή η μουσική, ειδικά εάν έχουμε πιει και κάνα κρασάκι παραπάνω ε; Αφού είν’ Ελληνική παραδοσιακή και όχι Αφρικάνικη, Ισπανική, Πορτογαλική, Λατιναμερικάνικη, Ινδιάνικη τότε δεν έχει κανένα ενδιαφέρον ε; Είναι “για τις γιαγιάδες” ε; Αν ήσουν όντως Εναλλακτικός και πολιτισμένος, θα ερευνούσες όλους εκείνους τους λόγους που ετούτη η μουσική μελετάται σε διδακτορικό και μεταδιδακτορικό επίπεδο σε Ακαδημίες και Πανεπιστήμια. Αλλά είπαμε, «στ’ αρχίδια μας, ζήτω το flamenco…» Γιούπι.

Μου κατηγορείς τον Καζαντζίδη ως ξεπουλημένο κλαούρη. Στ’ αρχίδια σου όμως τα εξής:

  • Το ότι είχε γονέους πρόσφυγες (Πόντος και Μικρά Ασία) και που δις οικογενειακώς υπήρξανε ξανά (εσωτερικοί) μετανάστες κατά την κατοχή.
  • Το ότι μπροστά στα δεκαπεντάχρονα μάτια του σαπίσανε στο ξύλο τον αντιστασιακό πατέρα του και ο οποίος λίγες μέρες μετά κατέληξε.
  • Το ότι έφαγε επανειλημένα ξύλο και διώξεις λόγω πεποιθήσεων.
  • Το ότι τον πήγανε στη Μακρόνησο.
  • Το ότι κουβάλησε βαλίτσες, πούλησε νερό κι εφημερίδες, κοιμήθηκε σε παγκάκια, και έκανε ατέλειωτους ποδαρόδρομους για να φέρει δυο τάλαρα στη μάνα του για ν’ αγοράσει γάλα στον νεογέννητο (και ορφανό πλέον) μικρό του αδελφό.
  • Το ότι δούλεψε μέσα στα χημικά του κλωστοϋφαντουργείου και στην οικοδομή.
  • Το ότι ήταν ο πρώτος που διεκδίκησε πνευματικά δικαιώματα δισκογραφίας για μουσικούς και τραγουδιστές· κι αυτό το πλέρωσε ακριβά.
  • Το ότι όποια εταιρία προσπάθησε ν’ ανοίξει, του την κλείσανε σχεδόν αμέσως.
  • Το ότι στο απόγειο της καριέρας του, στα 34 του, εγκατέλειψε τη νύχτα μια για πάντα.
  • Το ότι Ότι λόγω εταιρίας (αυτά που λέγαμε πως πλέρωσε ακριβά) απείχε δώδεκα ολόκληρα χρόνια, από τα ερμηνευτικώς γονιμότερά, του από τη δισκογραφία.
  • Το ότι εκτός από τη “Μπαντουβάλα” και το “Σήκω χόρεψε κουκλί μου” τραγούδησε στην Καταχνιά του Λεοντή, σε έργα των Θεοδωράκη, Χατζηδάκι, Μαρκόπουλου, Σπανουδάκη και πλείστων άλλων παραδεδεγμένων ως «έντεχνων», «κοινωνικών» «μη κλαούρηδων» κτλ.
  • Το ότι δύο φορές του ‘φάγανε ολάκερη την περιουσία οι δισκογραφικές.
  • Το ότι τραγούδησε το ρεμπέτικο που σέβεσαι, το έντεχνο που παραδέχεσαι, το τούρκικο (γιατί “αδέρφια μας οι Τούρκοι”), το ποντιακό (γιατί «οι εναλλακτικοί αγαπάμε πρόσφυγες”, ε;).
  • Το ότι τον παραδέχτηκαν όλοι οι έντεχνοι, ρεμπέτες και λαϊκοί δημιουργοί ως τον μεγαλύτερο (και όχι τον καλύτερο) τραγουδιστή της Ελλάδας.
  • Το ότι για τη φωνή του έχει γράψει ο Guardian και πλήθος φυλλάδων στον κόσμο.
  • Το ότι ήτανε τόσο απογοητευμένος από τη χώρα του που, αφού είχε κάνει ήδη απόπειρες γι’ Αμερική και Γερμανία, ακόμη και στα γεράματα το σκεφτότανε για όξω.
  • Το ότι αρνήθηκε αμύθητες αμοιβές για να επιστρέψει έστω και προσωρινά στο πάλκο· και το τήρησε.
  • Ότι έκανε παρέα με απλούς ανθρώπους και έβρισκε αγαλλίαση στο ψάρεμα και την απομόνωση.

    Α, και που ‘σαι, για να μη με πεις και (προκατ)ειλημμένο να σου πω πως υπάρχει αρκετός αντίλογος για το ποιόν του Καζαντζίδη, όπως πχ από την Τεράστια στιχουργό την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, που δήλωσε ότι «Το τελευταίο βράδυ μου», που το είχε γράψει για πρόσωπο που έχασε, ο Καζαντζίδης της το πήρε για ψωροδίφραγκα. Επίσης από άτομα που λένε ότι έτρωγε τα λεφτά του στα καζίνο ή ότι ήτανε τζίφρης και δεν έδινε φράγκο κανενός. Για να μη σου θυμίσω και το ξεκατίνιασμα στη γνωστή υπόθεση με τα δικαστήρια. Δλαδή ρε παιδί μου θέλω να σου πω ότι δεν στον θεοποιώ, απλώς σου δίνω στην παραπάνω λίστα μερικά hints που το πιθανότερο αγνοούσες.

   Με όλα τα παραπάνω (πλην τελευταίας παραγράφου), πες μου, πώς είναι δυνατόν να μην έχει κλάμα η φωνή του Καζαντζίδη; Πώς είναι δυνατόν να μην αναστενάζουν οι νότες του;Και ο ίδιος ουδέποτε αρνήθηκε το λυγμό στη φωνή του.
   Άμα αυτή τη στιγμή κάθεσαι στο εναλλακτικό PC σου ή με την εναλλακτική παρέα σου στο εναλλακτικό καφέ και συζητάτε εναλλακτικά για την ελευθερία, να σκεφτείς ότι στο ίδιο μέρος που κάθεσαι, όλη την κύρια εποχή που τραγουδούσε ο Καζαντζίδης και οι ομοτέχνοι του, η χώρα ήτανε όλη μια πέτρα από τις βόμβες της κατοχής, ο πληθυσμός ξεκληρισμένος και εξαθλιωμένος, υπήρχε παντού φόβος και πείνα, και οι μισοί φεύγανε για μια δεύτερη σκλαβιά στην ίδια την (πουτάνα τη) Γερμανία), αφού πρώτα είχαν προσκομίσει πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων και περάσει από εξωνυχιστικές διατυπώσεις και εξευτελιστικούς ιατρικούς ελέγχους. Και αν αυτές οι λέξεις δε λένε τίποτα στο εναλλακτικό μυαλουδάκι σου, ρίξε τότε μια ματιά στους μετανάστες που τόσο υπερασπίζεσαι και πάρε μια γεύση για το πως ήταν η πλειοψηφία των συμπατριωτών σου πριν από λίγες μόλις δεκαετίες (ενδεχομένως και σε λίγο καιρό, πτώχευσης θελούσης). Κι άλλη φορά άμα μιλάς για «κλαούρη» κλπ να θυμηθείς τον εαυτό σου να μιξοκλαίει που σε παράτησ’ η γκόμενα, που “σου πάν όλα στραβά στη ζωή”, που “αυτή η χώρα σε σκλαβώνει”. Θυμήσου το και σύγκρινε το αναφιλητό σου με το κλάμα μιας λιμοκτονούσας μάνας που, αφού ηρωίδα κουβάλησε εφόδια στο χιονισμένο Μέτωπο του ’40, κι αφού της σκοτώσαν τον ένα γιο, λίγα χρόνια μετά βάζει το δεύτερο σ’ ένα τρένο για να μην τον ξαναδεί ποτέ της “εκεί στα ξένα, που είναι καλά”. Βάλε αυτά τα δάκρυα στο μυαλό σου και σκάσε σιγανά και ταπεινά. Και μιας και τό ‘φερε η κουβέντα, την οριστική μου άποψη επί της μουσικής, και ειδικά της λαϊκής θα τη βρεις σε ένα περί λαϊκής μουσικής ανάγνωσμα (και ξεκαθάρισμα).
Αισθητική

Εναλλακτικό ντύσιμο είναι εκείνο που πρέπει να φέρνει σε χίπη, σε Νοτιαμερικάνο, σε Ινδό, σε Μαροκινό, σε Ινδιάνο, σε Κουβανό (αλλά όχι σε Πακιστανό, Αφγανό ή Ιρακινό…). Πρέπει να είναι πολύχρωμο (μα όχι «χαζοζαρούμενο»…), να είναι φτιαγμένο από οικολογική κάνναβη, να ‘ναι σκισμένο και ξαναραμμένο. Πρέπει να είναι σανδάλι, σάκα και ταγάρι, και φτιαγμένο από ψάθα, φύκια, βρύα, λιχίνες, βιοδιασπώμενη μαρέγκα κλπ. Οτιδήποτε άλλο είναι “μοδάτο”, «τρέντυ», “κιτς”, “ξεκωλέ”, “παρωχυμένο”, “χωριάτικο” κλπ. Χωρίς σχόλια…
Εναλλακτική διακόσμηση έχει το σπίτι που υπάρχουν φτερά, ονειροπαγίδες, πλαστικοί φοίνικες, γλάστρες, sticks, κούτσουρα, πιθάρια, χειροποίητα μπιχλιμπίδια, εξωτικά κρεμαστά, στραβά κάδρα αφηρημένου (κυριολεκτικά…) ζωγράφου κλπ. Οτιδήποτε άλλο είναι “το κλασσικό το κιτς ελληνικό σπίτι με τα κάδρα και τα σεμέ”. Χωρίς σχόλια…
   Εναλλακτικό στέκι είναι οτιδήποτε συνδυάζει τις δύο παραπάνω παραγράφους συν την προπαραπάνω μουσική (από το Αφρικάνικη και μετά). Οτιδήποτε άλλο είναι “σκυλάδικο”, “ρεϊβάδικο”, “μεταλλάδικο”, λαουντζάδικο”. Χωρίς σχόλια…

Ε
ΠΙΛΟΓΟΣ
Tο παρόν άρθρο κατάντησε όχι απλά σεντόνι αλλ’ αερόστατο, και για να μη γίνει κλωστοϋφαντουργία, θα το κόψω εδώ, κι άμα λάχει ναούμ θα του τραβάω και καμιά πινελιά και καμιά αυτοκριτική, φου και φου.
   Νάμου κι αν θίχτηκε οποισδήποτε. Όχι που δε με νοιάζει ο αντίκτυπος της γνώμης μου· αλλά που είναι σημαντικότερο να κοιτάξεις μέσα και πίσ’ από τις λέξεις παρά να σταθείς στο “μαλάκας”, “αμερικανάκι” κλπ. Αν είσαι όντως εναλλακτικός, κάτσε και ξεστραβώσου, κι αφού το κάνεις χώσε μού τα όσο θες, και με λογικά ή παρδαλά επιχειρήματα· εδώ είμαστε, το μαγαζί ποτέ δεν κλείνει.
   Να κλείσω μ’ ένα σοφό ρητό που μόλις έβγαλα (γιατί είμαι και τέτοιος ναούμ): “Ο εναλλακτικός πρέπει να εναλλάσσει ακόμη και την ίδια του την εναλλακτικότητά εάν θέλει να είν’ εγγύτερος προς όλα τα αναμφισβήτητα αγαθά της στάσης ζωής του· πρέπει να κάνει τους κύκλους του τουλάχιστον σαν εκκρεμές”. Είναι λίγο μακρινάρι το ρητό, οπότε ας το συντμήσω σε ένα απλούστερο “Ξεκαβάλα”.
Φιλικά.
   Εδώ οφείλω να παραθέσω κάποιες αξιόλογες απόψεις που ‘χω πετύχει στο διαδίχτυ επί του θέματος.
ΛΟΓΟΣ
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ

Πες το ρε